Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΠΟΛ 1254/2013

Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2238/1994
Σχετικά με την ευθύνη του μοναδικού εταίρου και εκ του νόμου διαχειριστή μονοπρόσωπης Ε.Π.Ε. και του κατ’ ουσίαν ιδιοκτήτη και διαχειριστή της εταιρίας για τα χρέη αυτής από παρακρατούμενους φόρους.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

10577706/2016

Φορολογική μεταχείριση ασφαλιστικών εισφορών εταίρου-διαχειριστή Ε.Π.Ε. και μετόχου -μέλους ΔΣ Α.Ε.


49932/2015

Ερώτημα σχετικά με αποχώριση εταίρου διαχειριστή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης


ΝΣΚ/219/2014

Αστική ευθύνη εκκαθαριστή Α.Ε., για χρέη της εταιρείας.

ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/121/2019

Παροχή υπηρεσιών φύλαξης:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι είναι δυνατόν να προβλεφθεί στο καταστατικό Ε.Π.Ε. ότι η παρεπόμενη παροχή εταίρου μπορεί να συνίσταται στην εκ μέρους του αμισθί προσφορά εργασίας προς την εταιρεία. Περαιτέρω, η μειοδότρια Ε.Π.Ε. προϋπολόγισε στην προσφορά της ως μηνιαίο κέρδος από την εκτέλεση της σύμβασης το ποσό των 1,75 ευρώ και συνολικά για όλη τη σύμβαση το ποσό των 21,00 ευρώ, το οποίο –κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας- είναι από μόνο του ιδιαίτερα μικρό, ώστε να απαιτείται η κλήση της μειοδότριας προς παροχή εξηγήσεων, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 5η σκέψη. Περαιτέρω, τούτο συνεπάγεται ότι, μετά την κατ’ αναλογία αφαίρεση ποσού για τους αναλογούντες φόρους και το τακτικό αποθεματικό της Ε.Π.Ε., τα διανεμόμενα κέρδη (από τη συγκεκριμένη σύμβαση) στον μοναδικό εταίρο και διαχειριστή είναι ακόμα μικρότερα, παρότι μάλιστα ο τελευταίος θα καλύψει εξ ολοκλήρου και χωρίς αμοιβή την εργασία που θα παρείχε ένας αντικαταστάτης υπαλλήλου φύλαξης κατά την απουσία του τελευταίου με άδεια, ως εκ μέρους του παρεχόμενη προσφορά προς την εταιρεία. Το γεγονός αυτό όμως αντίκειται στην κοινή λογική και πείρα, καθώς, ναι μεν υπάρχει αυτοτέλεια το νομικού προσώπου της εταιρείας έναντι των μετόχων της, όμως, στην προκειμένη περίπτωση, ενόψει του ότι η μειοδότρια είναι μονοπρόσωπη και η σχέση του μοναδικού εταίρου και διαχειριστή της με αυτήν είναι εξ αντικειμένου ιδιαίτερα στενή, δεν είναι αναμενόμενο ο μοναδικός αυτός εταίρος να παρέχει προσωπική εργασία χωρίς οποιαδήποτε απολαβή (μισθό ή μέρισμα), με αποτέλεσμα να υπάρχει εύλογη αμφιβολία ως προς τη δυνατότητα εκτέλεσης της σύμβασης ή τη δυνατότητα τήρησης της εργατικής νομοθεσίας και των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού. Εξάλλου, η εξυπηρετούσα την αρχή της οικονομικότητας προσπάθεια επιτεύξεως της χαμηλότερης δυνατής προσφοράς, δεν μπορεί πάντως να οδηγεί στο να γίνονται δεκτές προσφορές που είναι εξωπραγματικές και οι οποίες δεν αντιστοιχούν στην πραγματική βούληση των διαγωνιζομένων, εφόσον τούτο δεν προάγει τον υγιή ανταγωνισμό (πρβλ. ΣτΕ 213/2006, βλ. ΔΕΦ .. 33/2019)


ΣΤΕ/2892/2019

Ανακοπή κατά προγράμματος πλειστηριασμού εκδοθέντος σε βάρος συνυπόχρεου προσώπου - διευθύνοντος συμβούλου εταιρίας για χρέη αυτής, σε βάρος του οποίου είχε ήδη επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση ακινήτων του. Το ΣτΕ επανέλαβε την πάγια νομολογία του ότι απαιτείται νόμιμη έκδοση και κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης του άρθρου 4 παρ. 1 ΚΕΔΕ προς το συνυπεύθυνο πρόσωπο πριν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως η αναγκαστική κατάσχεση ακινήτων. Επίσης έκρινε απαράδεκτο τον λόγο αναίρεσης περί πλημμελούς αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλομένης, διότι αυτός περιοριζόταν στο ζήτημα της αιτιολογίας και δεν αναφερόταν σε διατυπωμένη στην αναιρεσιβαλλόμενη ερμηνεία διατάξεων νόμου ή γενικής αρχής δικαίου. Σχόλιο: Στην ένδικη περίπτωση τόσο η έκθεση της αναγκαστικής κατάσχεσης, όσο και το ανακοπτόμενο πρόγραμμα είχαν επιδοθεί στο συνυπεύθυνο πρόσωπο με δικαστικό επιμελητή, κατ’ έφεση δε είχε, ορθά, προβληθεί από το Δημόσιο ότι το κύρος της έκθεσης της αναγκαστικής κατάσχεσης δεν μπορεί να ελεγθεί παρεμπιπτόντως, κατ’ άρθρο 224 παρ. 3 ΚΔΔ, στα πλαίσια ανακοπής κατά του επακολουθήσαντος προγράμματος πλειστηριασμού, ισχυρισμός ο οποίος στο αναιρετήριο διατυπώθηκε με το λόγο περί αιτιολογίας. Ενδεχομένως το ΣτΕ εννοεί ότι ο περί αιτιολογίας λόγος δεν συσχετίσθηκε ρητά με την ερμηνεία του άρθρου 224 παρ. 3 ΚΔΔ. Ο σχετικός λόγος έφεσης του Δημοσίου είχε πάντως αγνοηθεί από την αναιρεσιβαλλομένη, η οποία περιορίστηκε στην κρίση ότι «δεν προέκυψε από τα στοιχεία του φακέλου ότι το Δημόσιο είχε εκδώσει και κοινοποιήσει νόμιμα ατομική ειδοποίηση προ κατάσχεσης στο συνυπεύθυνο για τα χρέη της εταιρίας πρόσωπο


ΣΤΕ ΕΑ 81/2009

Εργασίες καθαρισμού νοσοκομείου-Κοινοτικό δίκαιο-Αποκλεισμός υποψηφίου:Υπό τα δεδομένα αυτά, και ενόψει των ήδη κριθέντων με την ΕΑ 428/2008, η ως άνω αιτιολογία απορρίψεως της προσφοράς της αιτούσας φαίνεται ότι στηρίζεται σε ορθή ερμηνεία των σχετικών όρων της διακηρύξεως καθώς και των διατάξεων του π.δ/τος 60/2007, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος εκ μέρους του ομορρύθμου εταίρου και διαχειριστή της ομόρρυθμης εταιρίας- μέλους της, συνιστά νόμιμο λόγο αποκλεισμού της από τον διαγωνισμό, τα περιστατικά δε τα οποία αποδίδονται στον εν λόγω εταίρο ότι, δηλαδή, διέπραξε σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, ευρίσκουν επαρκές έρεισμα στα στοιχεία του φακέλου και δη στην προμνησθείσα 32/20.12.2002 απόφαση της Συγκλήτου του καθ΄ ου Πανεπιστημίου, με την οποία ο …… είχε κηρυχθεί έκπτωτος από τις προαναφερθείσες εργολαβίες λόγω της κατ’ επανάληψη παρατηρηθείσας πλημμελούς εκτέλεσης των ανατεθεισών σε αυτόν εργασιών


ΝΣΚ/601/2002

Θέματα ευθύνης φυσικών και νομικών προσώπων για χρέη προς το Δημόσιο που δημιουργήθηκαν από την δραστηριότητα Τμήματος Αμειβομένων Καλαθοσφαιριστών Αθλητικού Σωματείου μετά την μετατροπή αυτού σε αθλητική ανώνυμη εταιρία.(...)Η Καλαθοσφαιρική Ανώνυμη Εταιρεία (ΚΑΕ) στην οποία μετατράπηκε Τμήμα Αμειβομένων Καλαθοσφαιριστών (ΤΑΚ) αθλητικού σωματείου κατά το άρθρο 6 του Ν 1958/91, καθίσταται σύμφωνα με το άρθρο 16 του ίδιου νόμου μόνη υπεύθυνη έναντι του Δημοσίου και τρίτων για τις οφειλές του ιδρυτικού αθλητικού σωματείου οι οποίες είχαν δημιουργηθεί από τη δραστηριότητα του ως άνω ΤΑΚ (πριν από τη σύσταση της ΚΑΕ), σε περίπτωση δε λύσεως της ΚΑΕ για οποιοδήποτε λόγο οι οφειλές αυτές, όπως και εκείνες που δημιουργήθηκαν από την ίδια την ΚΑΕ κατά τη λειτουργία της, δεν περιέρχονται στο ιδρυτικό αυτής αθλητικό σωματείο. Για τις παραπάνω οφειλές προ το Δημόσιο μπορούν να προσωποκρατηθούν οι εκπρόσωποι του ιδρυτικού αθλητικού σωματείου, καθώς και τα μέλη του προσωρινού διοικητικού συμβουλίου της ΚΑΕ που απέκτησαν τις αντίστοιχες ιδιότητες σε χρόνο που ήταν βεβαιωμένα τα ως άνω χρέη ή που είχαν τις ιδιότητες αυτές κατά το χρόνο βεβαιώσεώς τους, ανεξαρτήτως αν μετέπειτα απέβαλαν την ιδιότητα του εκπροσώπου. Υπό τις ίδιες προϋποθέσεις οι εκπρόσωποι του ιδρυτικού αθλητικού σωματείου υπέχουν επίσης και ποινική ευθύνη κατά το άρθρο 25 του Ν 1882/90, όπως ισχύει. Αντίθετα, δεν υπέχουν καμία ευθύνη τα μέλη της κατά το άρθρο 2 παρ.4 του Ν 1958/91 τριμελούς επιτροπής διοίκησης του ΤΑΚ αθλητικού σωματείου, δεδομένου ότι για τα χρέη προς το Δημόσιο που δημιουργούνται από τη δραστηριότητα του ΤΑΚ ευθύνεται έναντι του Δημοσίου μόνο το νομικό πρόσωπο του αθλητικού σωματείου.


ΝΣΚ/63/2017

Εάν είναι επιτρεπτή η έκδοση εταιρικών μεριδίων υπέρ το άρτιο από Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία (ΙΚΕ), είτε αυτή είναι πολυπρόσωπη, είτε μονοπρόσωπη, και σε καταφατική περίπτωση εάν η δυνατότητα αυτή αφορά μόνο εταιρικά μερίδια που εκπροσωπούν κεφαλαιακές εισφορές.Αν και δεν υπάρχει ρητή νομοθετική πρόβλεψη στο ν. 4072/2012 που διέπει τον νέο εταιρικό τύπο της Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας (ΙΚΕ), είναι επιτρεπτή η έκδοση εταιρικών μεριδίων υπέρ το άρτιο, από την εν λόγω εταιρεία, αποκλειστικά και μόνο κεφαλαιακών εισφορών, εφαρμοζομένων αναλόγως των ρυθμίσεων που ισχύουν στις λοιπές κεφαλαιουχικές εταιρείες, και ιδίως στην Ε.Π.Ε., σύμφωνα με το άρθρο 116 παρ. 1 εδαφ. α' του νόμου αυτού, δεδομένου ότι η δυνατότητα αυτή δεν είναι αντίθετη στο νόμο και την (κεφαλαιουχική) φύση της ΙΚΕ. Στην περίπτωση της μονοπρόσωπης ΙΚΕ, θα πρέπει να προηγηθεί η τροποποίηση της ιδρυτικής της πράξης και του καταστατικού της από μονοπρόσωπη σε πολυπρόσωπη ΙΚΕ, και τούτο ανεξάρτητα από την τιμή διάθεσης των νέων εταιρικών μεριδίων κεφαλαιακών εισφορών στο άρτιο ή υπέρ το άρτιο (ομοφ.)


ΔΕΚ/C-213/2007

Περίληψη της αποφάσεως 1. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 – Πεδίο εφαρμογής (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου) 2. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Μη κρίσιμα ή υποθετικής φύσεως ερωτήματα υποβαλλόμενα υπό συνθήκες αποκλείουσες χρήσιμη απάντηση – Ερωτήματα άσχετα με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης (Άρθρο 234 ΕΚ) 3. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου, άρθρο 24, εδ.. 1) 4. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Εξέταση της συμβατότητας του εθνικού δικαίου με το κοινοτικό δίκαιο (Άρθρο 234 ΕΚ) 5. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου) 1. Η οδηγία 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, δεν εξαρτά την υπαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης των συμβάσεων δημοσίων έργων στις διατάξεις της από καμία προϋπόθεση σχετική με την ιθαγένεια ή τον τόπο εγκατάστασης των υποβαλλόντων προσφορά. Πράγματι, κανένα στοιχείο της εν λόγω οδηγίας δεν επιτρέπει να θεωρηθεί ότι η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεών της, ειδικότερα δε των κοινών κανόνων συμμετοχής που προβλέπει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 24 της οδηγίας, εξαρτάται από το κατά πόσον υφίσταται ουσιαστική σχέση με την ελεύθερη κυκλοφορία μεταξύ κρατών μελών. (βλ. σκέψη 29) 2. Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 234 ΕΚ, εναπόκειται αποκλειστικώς στο εθνικό δικαστήριο που έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της εκδοθησόμενης δικαστικής απόφασης να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιομορφίες της υπόθεσης, τόσο την αναγκαιότητα μιας προδικαστικής απόφασης για την έκδοση της δικής του απόφασης όσο και το λυσιτελές των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Συνεπώς, εφόσον τα υποβαλλόμενα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, το Δικαστήριο υποχρεούται, κατ’ αρχήν, να απαντήσει Το Δικαστήριο δεν μπορεί να αρνηθεί να απαντήσει σε προδικαστικό ερώτημα εθνικού δικαστηρίου παρά μόνον όταν προδήλως προκύπτει ότι η ζητούμενη ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσης ή ακόμα όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν. (βλ. σκέψεις 32-34) 3. Το άρθρο 24, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, έχει την έννοια ότι απαριθμεί κατά τρόπο εξαντλητικό τους στηριζόμενους σε αντικειμενικές σκέψεις απτόμενες της επαγγελματικής ιδιότητας λόγους που μπορούν να δικαιολογήσουν τον αποκλεισμό εργολήπτη από τη συμμετοχή σε διαγωνισμό για την ανάθεση σύμβασης δημοσίων έργων. Ωστόσο, η οδηγία αυτή δεν κωλύει ένα κράτος μέλος να προβλέψει άλλα μέτρα αποκλεισμού αποσκοπούντα στη διασφάλιση της τήρησης των αρχών της ίσης μεταχείρισης των υποβαλλόντων προσφορά και της διαφάνειας, υπό τον όρον ότι τα μέτρα αυτά δεν βαίνουν πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του στόχου αυτού μέτρου. (βλ. σκέψη 49, διατακτ. 1) 4. Το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να αποφαίνεται, στο πλαίσιο της προδικαστικής διαδικασίας του άρθρου 234 ΕΚ, επί της συμβατότητας του εθνικού δικαίου με το κοινοτικό δίκαιο ούτε να ερμηνεύει το εθνικό δίκαιο. Αντιθέτως, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο όλα τα σχετικά με το κοινοτικό δίκαιο ερμηνευτικά στοιχεία που θα επιτρέψουν στο εν λόγω δικαστήριο να εκτιμήσει τη συμβατότητα αυτή προκειμένου να εκδώσει απόφαση στην υπόθεση της οποίας έχει επιληφθεί. (βλ. σκέψη 51) 5. Το κοινοτικό δίκαιο πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνικές διατάξεις οι οποίες, καίτοι επιδιώκουν τους θεμιτούς σκοπούς της ίσης μεταχείρισης των υποβαλλόντων προσφορά και της διαφάνειας στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων, καθιερώνουν αμάχητο τεκμήριο ασυμβιβάστου μεταξύ, αφενός, της ιδιότητας του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που ασκεί δραστηριότητα στον τομέα των μέσων ενημέρωσης και, αφετέρου, της ιδιότητας του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που αναλαμβάνει έναντι του Δημοσίου ή νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών. Με τον κοινοτικό συντονισμό των διαδικασιών σύναψης των δημοσίων συμβάσεων επιδιώκεται, μεταξύ άλλων, τόσο η αποσόβηση του κινδύνου να προτιμηθούν οι ημεδαποί υποβάλλοντες προσφορά κατά τη σύναψη μιας σύμβασης όσο και ο αποκλεισμός του ενδεχομένου μια δημόσια αναθέτουσα αρχή να καθορίσει τη στάση της βάσει εκτιμήσεων ξένων προς τη συγκεκριμένη σύμβαση. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να αναγνωριστεί στ


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/19/2018

Μερική εξόφληση της Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης(..)Με τα δεδομένα αυτά, αβάσιμα προβάλλεται ότι αναρμοδίως υπογράφεται το ένταλμα από μόνιμο υπάλληλο του Δήμου Κεντρικών ....., επειδή   η απόφαση με την οποία του ανατέθηκαν καθήκοντα ταμία και οικονομικού διαχειριστή της Επιχείρησης ουδέποτε απέκτησε ισχύ, καθώς δεν αναρτήθηκε στο πρόγραμμα ΔΙΑΥΓΕΙΑ. Η 10019/17.10.2014 απόφαση του Δημάρχου Κεντρικών ....., ως απόφαση ανάθεσης καθηκόντων ταμία και οικονο-μικού διαχειριστή της Κοινωφελούς Επιχείρησης σε μόνιμο υπάλληλο του Δήμου, ούτε κανονιστική πράξη είναι ούτε πράξη συγκρότησης αμειβόμενων ή μη επιτροπών, ομάδων εργασίας, ομάδων έργου και συναφών οργάνων γνωμοδο-τικής ή άλλης αρμοδιότητας (άρθρο 2 παρ.4 περ. 9 του ν. 3861/2010) και ως εκ τούτου δεν απαιτείται η ανάρτησή της στο πρόγραμμα ΔΙΑΥΓΕΙΑ προκειμένου να αποκτήσει ισχύ. Όμοια αβάσιμα προβάλλεται ότι δεν προσκομίστηκε φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα των φυσικών προσώπων που είναι μέλη της Διοικούσας Επιτροπής της ΚοινΣΕπ, δοθέντος ότι από καμία διάταξη νόμου σχετική με τη διενέργεια διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων (επιχείρημα εξ αντιδιαστολής από την απαίτηση υποβολής ποινικού μητρώου μελών του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου του φορέα - άρθρο 73 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 80 παρ. 2 του ν. 4412/2016), ούτε άλλωστε από οποιοδήποτε έγγραφο της Κοινωφελούς Επιχείρησης (π.χ. πρόσκληση για τη σύναψη της σύμβασης) προκύπτει η υποχρέωση προσκόμισης δικαιολογητικών ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας που να αφορούν τα μέλη της διοικούσας επιτροπής της ΚοινΣΕπ, πέραν των εκ του νόμου δικαιολογητικών που αφορούν στην ενημερότητα της ίδιας (πρβλ. ΕΣ VII Τμ. Πρ. 54/2016). Οι διατάξεις δε των άρθρων 50 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) και 31 του ν. 4321/2015 (Α΄ 32) ρυθμίζουν το διαφορετικό ζήτημα της αλληλέγγυας ευθύνης των φυσικών προσώπων που εκεί αναφέρονται (διευθυντές, πρόεδροι, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων), για τυχόν υφιστάμενα φορολογικά και ασφαλιστικά χρέη των νομικών αυτών προσώπων κατά τη διάλυση ή τη συγχώνευσή τους. Ωστόσο βάσιμος παρίσταται ο λόγος διαφωνίας περί μη αναφοράς στην απόφαση ανάθεσης σε ποια ΚοινΣΕπ επρόκειτο να γίνει η ανάθεση, διότι η 2/17.3.2017 απόφαση του Δ.Σ. της Κοινωφελούς Επιχείρησης ορίζει μεν τον τρόπο ανάθεσης της σύμβασης (απευθείας ανάθεση) και τη μορφή της επιχείρησης στην οποία πρόκειται αυτή να ανατεθεί (ΚοινΣΕπ), δεν αναφέρει όμως συγκεκριμένα το όνομα και τα στοιχεία του φορέα στον οποίον ανατίθεται η επίμαχη υπηρεσία, κατά παράβαση της παρ. 3 του άρθρου 118 ν. 4412/2016. Βάσιμος τέλος είναι και ο λόγος διαφωνίας περί μη κανονικότητας της δαπάνης, διότι η έγκριση της δαπάνης, η διάθεση της πίστωσης και η δημοσιονομική δέσμευση της δαπάνης έλαβαν χώρα με τη δημοσίευση των 11/8.6.2017 και 12/8.6.2017 αποφάσεων του Δ.Σ. της Κοινωφελούς Επιχείρησης και της Α-19/12/8.6.2017 απόφασης ανάληψης υποχρέωσης του Προέδρου της στο πρόγραμμα ΔΙΑΥΓΕΙΑ στις 19.7.2017, σε χρονικό δηλαδή σημείο μεταγενέστερο της 2/17.3.2017 απόφασης του Διοικητικού της Συμβουλίου περί απευθείας ανάθεσης της υπηρεσίας, της υπογραφής της 2609/27.3.2017 σύμβασης, με την οποία έλαβε χώρα η νομική δέσμευση του φορέα, της από 4.5.2017 βεβαίωσης καλής εκτέλεσης των υπηρεσιών και της έκδοσης του Β106/30.6.2017 τιμολογίου της αναδόχου.