Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ7/78/2008

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005, 3463/2006

Ελ.Συν./Τμ.VII/78/2008.Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις προεκτεθείσες διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Ο αναπτυξιακός σκοπός της σύναψης των ανωτέρω συμβάσεων προκύπτει τόσο από τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του ν.1416/1984, με τις διατάξεις του άρθρου 11 του οποίου προβλέφθηκε το πρώτον ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, στην οποία έκθεση αναφέρεται (σελίδα 4) ότι με τις συμβάσεις αυτές «εξασφαλίζεται η κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων, η οικονομική αποκέντρωση καθώς και η αξιοποίηση των τοπικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής, όπου θα συγκεντρώνεται η αναπτυξιακή προσπάθεια» καθώς και από τα πρακτικά της ΝΣΤ συνεδρίασης της Βουλής της 9 Ιανουαρίου 1984, κατά την οποία συζητήθηκε το οικείο σχέδιο νόμου, στα οποία αναφέρεται (σελίδα 2807), ότι στόχος του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων είναι η ανάπτυξη μιας περιοχής. Αλλά και με τις ήδη ισχύουσες διατάξεις του άρθρου 25 του ν.2738/1999, με τις οποίες αντικαταστάθηκε το άρθρο 35 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, στο οποίο είχαν κωδικοποιηθεί οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 11 του ν.1416/1984, υπενθυμίζεται ο αναπτυξιακός χαρακτήρας του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων, εφόσον στην εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού αναφέρεται ότι η εφαρμογή των συμβάσεων αυτών στο δημόσιο τομέα «συνέβαλε στην εκτέλεση πλείστων έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που δεν θα μπορούσαν να προωθηθούν χωρίς την εφαρμογή του θεσμού αυτού». Συνεπώς, τόσο τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο σύναψης μιας προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ΄ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (βλ. Πρακτικά 14ης Συν /9.5.2006 και Πράξη 304/2006 VII Τμ. Ελ. Συν.) και να μη μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο εκτός της σύναψης της οικείας προγραμματικής σύμβασης (βλ. Πράξη 205/2007 VII Τμ. Ελ. Συν.). Για το λόγο αυτό, δεν επιτρέπεται να εμπίπτουν οι ως άνω υπηρεσίες στα συνήθη καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπηρεσιών του συμβαλλόμενου Δήμου, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, καθόσον η εκτέλεση τέτοιων υπηρεσιών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης θα προκαλούσε αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της υπηρεσίας και θα ήταν δυνατόν, επίσης, να οδηγήσει σε ανεπίτρεπτη, κατά το άρθρο 277 παρ. 8 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, επιχορήγηση της δημοτικής επιχείρησης (πρβλ. Πράξη 137/2007 VII Τμ. Ελ. Συν.), ενώ επιτρέπεται, στο πλαίσιο εκτέλεσης μιας τέτοιας σύμβασης, με αντικείμενο σύμφωνο με το νόμο, δηλαδή αναπτυξιακού χαρακτήρα, να απασχολείται προσωπικό ενός από τους συμμετέχοντες φορείς σε άλλο φορέα, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για την εξυπηρέτηση των σκοπών της σύμβασης (βλ. Πράξεις 304/2006, πρβλ. 171/2007 VII Τμ. Ελ. Συν.).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ7/171/2009

Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις προεκτεθείσες διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Ο αναπτυξιακός σκοπός της σύναψης των ανωτέρω συμβάσεων προκύπτει τόσο από τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του ν. 1416/1984, με τις διατάξεις του άρθρου 11 του οποίου προβλέφθηκε το πρώτον ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, στην οποία έκθεση αναφέρεται (σελίδα 4) ότι με τις συμβάσεις αυτές «εξασφαλίζεται η κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων, η οικονομική αποκέντρωση καθώς και η αξιοποίηση των τοπικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής, όπου θα συγκεντρώνεται η αναπτυξιακή προσπάθεια» καθώς και από τα πρακτικά της ΝΣΤ συνεδρίασης της Βουλής της 9 Ιανουαρίου 1984, κατά την οποία συζητήθηκε το οικείο σχέδιο νόμου, στα οποία αναφέρεται (σελίδα 2807), ότι στόχος του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων είναι η ανάπτυξη μιας περιοχής. Αλλά και με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 2738/1999, με τις οποίες είχε αντικατασταθεί το άρθρο 35 του προϊσχύσαντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, στο οποίο είχαν κωδικοποιηθεί οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1416/1984 (το άρθρο 35 επαναλαμβάνεται στο άρθρο 225 του ισχύοντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα με τροποποιήσεις μόνο αναφορικά με τα πρόσωπα που δύνανται να συνάψουν ή να συμμετέχουν σε προγραμματική σύμβαση, τη δυνατότητα ανάθεσης σε τρίτο της διαχείρισης, εκμετάλλευσης και συντήρησης των έργων της προγραμματικής σύμβασης καθώς και την περίπτωση που τα προβλεπόμενα στην προγραμματική σύμβαση έργα είναι πολιτιστικού χαρακτήρα), γινόταν υπενθύμιση του αναπτυξιακού χαρακτήρα του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων, εφόσον στην εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού αναφερόταν ότι η εφαρμογή των συμβάσεων αυτών στο δημόσιο τομέα «συνέβαλε στην εκτέλεση πλείστων έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που δεν θα μπορούσαν να προωθηθούν χωρίς την εφαρμογή του θεσμού αυτού». Συνεπώς, τόσο τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο σύναψης μιας προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ΄ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (πρβλ. Πρακτικά 14ης Συν /9.5.2006 και Πράξη 304/2006 VII Τμ. Ελ.Συν.) και να μη μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο εκτός της σύναψης της οικείας προγραμματικής σύμβασης (πρβλ. Πράξη 205/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.). Για το λόγο αυτό, δεν επιτρέπεται να εμπίπτουν οι ως άνω υπηρεσίες στα συνήθη καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπηρεσιών του συμβαλλόμενου Δήμου, όπως αυτά περιγράφονται στο νόμο και στις οικείες οργανικές διατάξεις, καθόσον η εκτέλεση τέτοιων υπηρεσιών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης θα προκαλούσε αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της υπηρεσίας και θα ήταν δυνατόν, επίσης, να οδηγήσει σε χρηματοδότηση κοινωφελούς δημοτικής επιχείρησης κατά παράβαση του άρθρου 259 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (πρβλ. Πράξη 137/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.), ενώ επιτρέπεται, στο πλαίσιο εκτέλεσης μιας τέτοιας σύμβασης, με αντικείμενο σύμφωνο με το νόμο, δηλαδή αναπτυξιακού χαρακτήρα, να απασχολείται προσωπικό ενός από τους συμμετέχοντες φορείς σε άλλο φορέα καθώς και η παραχώρηση της χρήσης ακινήτων, εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και μέσων, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για την εξυπηρέτηση των σκοπών της σύμβασης (πρβλ. Πράξεις 304/2006, πρβλ. 171/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.).


ΕΣ/ΤΜ.7/5/2018

Προγραμματική σύμβαση....Εξάλλου, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν κοινή αφετηρία και ότι συμπράττουν ισόρροπα στη σύμβαση, καθόσον οι μεν καταστατικοί σκοποί της …. Α.Ε. σχετίζονται με τη διοίκηση, καλή λειτουργία των κεντρικών αγορών που η ίδια διαχειρίζεται, η δε συμβολή του Δήμου στην προγραμματική σύμβαση αποτελεί δευτερεύον σκέλος της συμφωνίας. Τούτο αποδεικνύεται από την παρεπόμενη φύση των συμβατικών του υποχρεώσεων, όπως η άσκηση εποπτείας, η εισφορά στοιχείων για την διευκόλυνση της παροχής των συμβατικών υποχρεώσεων της Α.Ε. και η οργάνωση, από κοινού με την αντισυμβαλλόμενη ομάδων εργασίας, καθώς και η συμμετοχή του στην Επιτροπή Παρακολούθησης Έργου, ενώ πρωτεύουσα σημασία, όπως έχει παγίως κριθεί από το παρόν Τμήμα, έχει η καταβολή του συμφωνηθέντος ανταλλάγματος στην αντισυμβαλλόμενη εταιρεία (βλ. Πράξεις 29/2015, 3/2017, 28/2017 VII Τμ. Ελ. Συν.). Περαιτέρω, ο ισχυρισμός ότι το σύνολο των υπηρεσιών που πρόκειται να παρασχεθούν στο πλαίσιο της προγραμματικής σύμβασης θα ανατεθούν μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης, διότι αναφέρεται στην ανάθεση μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας των εκτελεστικών συμβάσεων της προγραμματικής σύμβασης, ενώ με την προσβαλλομένη κρίθηκε ότι μη νομίμως ανατέθηκαν απευθείας, χωρίς την τήρηση διαγωνιστικής διαδικασίας, οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της ίδιας της προγραμματικής σύμβασης. Τέλος, ο ισχυρισμός περί συνδρομής λόγων συγγνωστής πλάνης ως προς την κατά προσέγγιση παράθεση του κόστους των συμπεριλαμβανομένων στη σύμβαση αντικειμένων πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής, καθόσον και αληθής υποτιθέμενος δεν μπορεί να οδηγήσει σε ανάκληση της προσβαλλόμενης, η οποία ερείδεται σε περισσότερες νομικές βάσεις, ούτε, εξάλλου, μπορεί να γίνει δεκτή η πλάνη των υπηρεσιών του Δήμου ενόψει, ιδίως, και του γεγονότος ότι όμοιο νομικό ζήτημα είχε αντιμετωπιστεί με την 51/2015 Πράξη του Τμήματος, που δεν ανακάλεσε την 141/2015 Πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο VII Τμήμα η οποία αφορούσε σε προγραμματική σύμβαση του ίδιου Δήμου.


ΕλΣυν/Τμ.4/174/2010

Κρίσιμος χρόνος για την υποβολή της σύμβασης προς έλεγχο είναι το στάδιο που προηγείται της ανακοίνωσης, στον ανάδοχο, της κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 2 του Κανονισμού Προμηθειών Δημοσίου (π.δ. 394/1996), ο οποίος εφαρμόζεται αναλογικά στις διαδικασίες για την ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών/εκτέλεσης εργασιών τροποποίηση ουσιωδών όρων (26/2010 Πράξη IV Τμ. Ελ. Συν.), με την ανακοίνωση αυτή ολοκληρώνεται η διαγωνιστική διαδικασία και η σύμβαση θεωρείται έκτοτε συναφθείσα. Ως εκ τούτου, το αναφερόμενο στον προϋπολογισμό της προμήθειας χρηματικό όριο, πέραν του οποίου είναι, επί ποινή ακυρότητας, υποχρεωτική η υπαγωγή στον έλεγχο, συναρτάται με το χρόνο έκδοσης της κατακυρωτικής απόφασης και, για μεν τις διαγωνιστικές διαδικασίες υπηρεσιών των οποίων η απόφαση αυτή έχει εκδοθεί κατά τη διάρκεια της αναστολής της ισχύος του άρθρου 12 παρ. 27 του ν. 3310/2005 (7.6.2005 - 10.11.2005), ανέρχεται, όπως και υπό το προηγούμενο του νόμου αυτού καθεστώς, σε 1.500.000,00 ευρώ, ενώ για εκείνες των οποίων η διαδικασία ανάθεσής τους ολοκληρώνεται μετά την 10.11.2005, σε 1.000.000,00 ευρώ, μη συνυπολογιζομένου, και στις δύο περιπτώσεις, του Φ.Π.Α. (βλ. την 46/2006 Πράξη VI Τμ. Ελ. Συν. και τις 173/2006, 16/2007, 79/2008 Πράξεις ΙV Τμ. Ελ. Συν.).


ΕλΣυ/Τμ5/6/2011

Κατά συνέπεια, ο επιμερισμός ενιαίων υπηρεσιών σε περισσότερες όμοιες ή ομοειδείς, η εκτέλεση των οποίων λαμβάνει χώρα για την υποστήριξη της κατασκευής του ίδιου έργου, προς αποφυγή της διαδικασίας επιλογής αναδόχου με δημόσιο ανοικτό ή κλειστό διαγωνισμό, δεν είναι νόμιμος και, επομένως, δεν είναι νόμιμη και η δαπάνη που προκαλείται από την εκτέλεση των υπηρεσιών αυτών (βλ. 430/2010 VII Τμ. Ελ. Συν.). Τέλος, η διάταξη, του άρθρου 41 του ν. 3669/2008 εφαρμόζεται σε συμβάσεις με προεκτιμώμενη αμοιβή κάτω των ορίων εφαρμογής των Οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ (πρβλ. το κωδικοποιηθέν στον ανωτέρω νόμο άρθρο 46 παρ.1α του ν. 3316/2005) και επιτρέπει την ανάθεση καθηκόντων τεχνικού συμβούλου σε ημεδαπά ή αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα (πρβλ. Πράξη 14/2006 V Τμ. Ελ. Συν.).


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)280/2013

Καταβολή του πρώτου τμήματος της αμοιβής του για την παροχή υπηρεσιών στο πλαίσιο του έργου «Ανάπλαση περιοχών Δ.Ε. ...... του Δήμου ...... στις γειτονιές 10-11-12 πράξεως εφαρμογής 33, στις γειτονιές 14-15 πράξεως εφαρμογής 37 και στις γειτονιές 9-13 πράξεως εφαρμογής 45 για τη δημιουργία θεματικών πυρήνων πρασίνου και αναψυχής» σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην από 16.3.2012, προγραμματική σύμβαση μεταξύ του ως άνω Δήμου και του ανωτέρω ν.π.δ.δ..(...)Κατά τις ανωτέρω διατάξεις, οι προγραμματικές συμβάσεις αποτελούν συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημόσιων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων διαμέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ’  ύλη αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους (πρβλ. Πράξη 195/2006 VII Τμ. Ελ.Συν., βλ. Πράξη 219/2012 Κλ. Προλ. Ελ. Δαπανών στο VII Τμ. Ελ.Συν.). Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Δήμων και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις ανωτέρω διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής, στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο της προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ’ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (πρβλ. Πρακτικά 14ης  Συν/9.5.2006 και Πράξεις 304/2006, 171/2009 VII Τμ. Ελ.Συν., βλ. Πράξη 219/2012 Κλ. Προλ. Ελ. Δαπανών στο VII Τμ. Ελ.Συν.) και να μην μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο (βλ. Πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 68, 69/2012, 310/2010, 171/2009, 270/2008 κ.ά., Πράξη 219/2012 Κλ. Προλ. Ελ. Δαπανών στο VII Τμ. Ελ.Συν.).(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η οι ως άνω ανατεθείσες στο ...... υπηρεσίες δεν εμπίπτουν στην έννοια του ερευνητικού προγράμματος, καθόσον δεν τις χαρακτηρίζει το στοιχείο της πρωτοτυπίας, αλλά όπως προκύπτει άλλωστε από το άρθρο 5 της υπό κρίση σύμβασης πρόκειται, κατ΄ουσία, για σύνολο συνήθων μελετών (όπως χωροταξικών, αρχιτεκτονικών, στατικών, ηλεκτρομηχανολογικών και μελέτης φύτευσης), που εξυπηρετούν συγκεκριμένο και ειδικό αντικείμενο και εξαντλούνται στην εφαρμογή τους αυτή, για την ανάθεση των οποίων τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του ν. 3316/2005. Ειδικότερα, και παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από το Δήμο ......, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν αποδεικνύεται η πρωτοτυπία του παραχθέντος από το ...... επιστημονικού έργου, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη ότι το παραδοτέο αντικείμενο της επίμαχης προγραμματικής σύμβασης δεν αποκλίνει ουσιωδώς κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας από το παραδοτέο αντικείμενο στο πλαίσιο συνήθους σύμβασης ανάθεσης μελέτης, κατά τις διατάξεις του ν.3316/2005. Εξάλλου, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η ανάθεση των υπηρεσιών αυτών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης προϋποθέτει την αδυναμία ανάθεσης τους με άλλο τρόπο. Εν προκειμένω και ενώ υπήρχε η δυνατότητα ανάθεσης μελετητικών υπηρεσιών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3316/2005, καταρτίστηκε η επίμαχη προγραμματική σύμβαση, η οποία συνιστά κατά την κρίση του Κλιμακίου κατ’επίφαση σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010, υποκρύπτουσα ανάθεση συνήθων μελετών, διεπόμενων από τις διατάξεις του ν.3316/2005. Συνεπώς, η απευθείας ανάθεση της εκπόνησης των ως άνω μελετών στο ...... δεν είναι νόμιμη, διότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προβλεπόμενες στο άρθρο 10 του ν.3316/2005 προϋποθέσεις της απευθείας ανάθεσης μελέτης χωρίς τη διενέργεια διαγωνιστικής διαδικασίας και χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το κρίσιμο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, παρίσταται μη νόμιμη, συνεπώς αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.

ΕΣ/Τ7/2/2006

Νόμιμα ανατέθηκε σε Δημοτική Αναπτυξιακή Επιχείρηση, σε εκτέλεση προγραμματικής σύμβασης μεταξύ αυτής, του Δήμου και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, η υλοποίηση του αντικειμένου της ανωτέρω σύμβασης, το οποίο συνίσταται στην εκπόνηση μελέτης δημοτικού έργου, καθόσον η συμμετοχή αναπτυξιακής επιχείρησης σε προγραμματική σύμβαση δύναται να συνίσταται στην υλοποίηση αυτού του ίδιου του αντικειμένου. (Σχετ. Πρακτ. Ολομ. Ε.Σ. 32ης Γεν. Συν./10-12-2004).


ΕλΣυν/Κλ.Ζ/12/2011

Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο έλεγχος νομιμότητας των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη υπερβαίνει το ποσό του 1.000.000 ευρώ, στοχεύει στη διαπίστωση τυχόν νομικών πλημμελειών σε πράξεις της διαδικασίας που προηγείται της κατάρτισης της σύμβασης. Στον κατά τα προεκτεθέντα προβλεπόμενο έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπάγονται, πλην των αρχικών (κύριων) συμβάσεων δημοσίων υπηρεσιών, οι οποίες έχουν υποβληθεί λόγω ποσού στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, και οι συμπληρωματικές αυτών συμβάσεις, ανεξαρτήτως ποσού, διότι αποτελούν παρακολούθημα του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης, ως εκ τούτου, δεν έχουν το χαρακτήρα αυτοτελών συμβάσεων με ιδιαίτερο οικονομικό αντικείμενο, για τις οποίες, προκειμένου να θεμελιωθεί η αρμοδιότητα ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, απαιτείται η προϋπολογισθείσα δαπάνη τους να υπερβαίνει το ποσό που θεσπίζεται από το νόμο για τον προληπτικό έλεγχο των αρχικών συμβάσεων. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα αναιρούσε τη σκοπιμότητα των σχετικών ρυθμίσεων και θα απέκλειε από τον έλεγχο μεγάλη κατηγορία συμβάσεων (βλ. απόφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 707/2010).


ΕΣ/Τ7/16/2005

H δυνατότητα <επιχορήγησης> δημοτικών επιχειρήσεων από το Δήμο στα πλαίσια της κατάρτισης προγραμματικών συμβάσεων, έχει την έννοια της δυνατότητας χρηματοδότησης για την εκπλήρωση των όρων αυτών και όχι της οικονομικής ενίσχυσης των επιχειρήσεων αυτών για την επίτευξη των καταστατικών σκοπών ή στόχων τους (πρβλ. και 2/378/0026/8.1.1999 έγγραφο Υφυπουργού Οικονομικών προς τις Υ.Δ.Ε.). Η αντίθετη εκδοχή θα προσέκρουε όχι μόνο στο πνεύμα της μνησθείσης διατάξεως του άρθρου 277 του Δ.Κ.Κ., που προβλέπει την κατ΄ εξαίρεση <επιχορήγηση> των δημοτικών επιχειρήσεων και μόνο για τη σύναψη προγραμματικών συμβάσεων κατά το άρθρο 35 του ίδιου Κώδικα για την εκτέλεση έργων, παροχή υπηρεσιών κλπ., δηλαδή στην χρηματοδότηση για τη σύναψη αυτών (προγραμματικών συμβάσεων), αλλά και στις κοινοτικές διατάξεις( άρθρο 87 Συνθ. Ε.Κ.), που απαγορεύουν την οικονομική ενίσχυση των επιχειρήσεων γενικά προς αποφυγή νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού.Συνακόλουθα, και σε συνδυασμό με τις προαναφερθείσες διατάξεις του Δ.Κ.Κ., όταν οι εν λόγω επιχειρήσεις συμμετέχουν σε προγραμματική σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ ενός Δήμου και ενός Ν.Π.ΔΔ.. για την ανάπτυξη μιας περιοχή και αναλαμβάνουν επιπρόσθετα, έναντι αμοιβής, την υλοποίηση του αντικειμένου της σύμβασης με την εκ μέρους τους παροχή υπηρεσιών, την οποία θα μπορούσε να αναλάβει και οποιοσδήποτε τρίτος ιδιώτης, είναι υποκείμενα φόρου προστιθέμενης αξίας για το ποσό που λαμβάνουν για την παροχή της υπηρεσίας και συνεπώς, υποχρεούνται, κατά την είσπραξη του εν λόγω ποσού, στην έκδοση του προβλεπόμενου από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων τιμολογίου στο οποίο πρέπει να συνυπολογίζεται και ο αναλογών Φ.Π.Α..Σε κάθε περίπτωση, τυχόν απαλλαγή της ΑΝ.Ε.Δ.Κ. από το Φ.Π.Α. που αναλογεί στο ποσό που της καταβάλλεται για την εκτέλεση της εν λόγω υπηρεσίας, στο οποίο εμπεριέχονται το λειτουργικό κόστος, η αμοιβή της και κάθε είδους λοιπές δαπάνες (παραγωγικές ή μη ) θα οδηγούσε, σύμφωνα και με την πάγια νομολογία του Δ.Ε.Κ. (βλ. C-45/01, C-141/00, C-498/03), σε παραβίαση της αρχής της φορολογικής ουδετερότητας, η οποία απαγορεύει τη διαφορετική μεταχείριση, όσον αφορά την είσπραξη του Φ.Π.Α., των επιχειρηματιών που παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες καθώς και σε στρέβλωση του ανταγωνισμού, Αφού οι επίμαχες υπηρεσίες θα μπορούσαν να ανατεθούν σε ιδιώτη – επιχειρηματία, χωρίς την απαλλαγή του Φ.Π.Α.


ΕΣ/Ζ Κλ/103/2014

Προμήθεια ελαστικών επισώτρων.Επιτροπή συντήρησης κρατικών αυτοκινήτων.Επομένως, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αλλά και όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η κατά ανωτέρω Επιτροπή, συνιστά το μόνο κατά νόμο αρμόδιο όργανο με αποφασιστική αρμοδιότητα για την προμήθεια των αναγκαίων ανταλλακτικών και ελαστικών επισώτρων με την εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, στην ειδικότερη περίπτωση της επισκευής οχημάτων του Δήμου, που έχουν ήδη παρουσιάσει βλάβη ή έχουν ήδη διαπιστωμένη ανάγκη συντήρησης ή επισκευής και μάλιστα ανεξαρτήτως του ύψους της απαιτούμενης κατά περίπτωση δαπάνης, καθόσον αρμόδιο κατά τα λοιπά όργανο, για τη διενέργεια διαγωνισμών στους Δήμους είναι η οικεία Οικονομική Επιτροπή (βλ. πράξη Κλιμ. VII Τμ. Ελ. Συν. 72/2012 σκ. IV και πράξη VII Τμ. Ελ. Συν. 96/2012, σκ. IV, αλλά και απόφ. VI Τμ. 243/2014, 3462/2012 σχετικές με τη σύναψη συμφωνιών – πλαισίου για την ανάθεση των υπηρεσιών προληπτικής συντήρησης και επισκευής των οχημάτων Ο.Τ.Α.).  Περαιτέρω δε, η προμήθεια των ως άνω ειδών (ήτοι των ανταλλακτικών οχημάτων και των ελαστικών επισώτρων) διενεργείται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί προμηθειών των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού (βλ. απόφ. VI Τμ. 243/2014, 3462/2012, πράξη Κλιμ. VII Τμ. Ελ. Συν. 72/2012, πρβλ. πράξεις VII Τμ. Ελ. Συν. 96, 95/2012, 78/2011, 320, 204, 83/2010, 301/2009, ΙV Tμ. πράξεις 142/2007, 170/2006  κ.α.). 

ΕΣ/Τ7/181/2007

Μη νόμιμη προγραμματική σύμβαση που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου, Αθλητικού Οργανισμού (νπδδ) του Δήμου αυτού και Δημοτικής Επιχείρησης, γιατί η ανωτέρω δημοτική επιχείρηση έχει καταστεί, ως προς ένα μέρος της σύμβασης, μοναδική συμβαλλόμενη του Δήμου και ως το προς το λοιπό μέρος αυτής, του Αθλητικού Οργανισμού, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 225 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, που ορίζουν ότι ικανότητα σύναψης προγραμματικών συμβάσεων έχουν μόνο οι φορείς της περίπτωσης α της παραγράφου 1 του ανωτέρω άρθρου (μεταξύ των οποίων οι δήμοι και τα νπδδ, τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν), ενώ οι φορείς της περιπτ. β΄, μεταξύ των οποίων και οι δημοτικές κοινωφελείς επιχειρήσεις, επιτρέπεται να συμμετέχουν απλώς στις ως άνω προγραμματικές συμβάσεις