Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.7/395/2010

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3852/2010

Σύναψη προγραμματικής σύμβασης μεταξύ των Δήμου ... και του Πανεπιστημίου Σπουδών "…" της Ιταλίας, με αντικείμενο «την έρευνα ενός σύνθετου αστικού πολεοδομικού προγράμματος με στόχους την αναβάθμιση του δημοτικού waterfront και του κέντρου της πόλης μέσω της διαμόρφωσης ενός συστήματος κεντρικών τόπων και τη διατύπωση ενός πολεοδομικού πλαισίου αναφοράς για τη χωροταξική αναδιάρθρωση της μητροπολιτικής περιοχής». εφόσον η συναπτόμενη προγραμματική σύμβαση δεν αφορά στην οργάνωση και διαχείριση δημόσιας υπηρεσίας ή την άσκηση κρατικής δραστηριότητας, υπό την έννοια της άμεσης και συγκεκριμένης συμμετοχής στην άσκηση δημόσιας εξουσίας (Δ.Ε.Κ. 147/1986, 42/1992), η δυνατότητα σύναψης αυτών δεν δύναται να επιφυλάσσεται αποκλειστικά στα ημεδαπά ιδρύματα που λειτουργούν ως δημόσια νομικά πρόσωπα (Δ.Ε.Κ. 3/1988), αφού αυτό θα αντίκειτο στο άρθρο 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση που απαγορεύει την εφαρμογή μιας εθνικής ρύθμισης που δυσχεραίνει τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών ανάμεσα στα κράτη μέλη σε σχέση με την παροχή υπηρεσιών αποκλειστικά εντός ενός κράτους μέλους, καθώς και στις διατάξεις της οδηγίας 18/2004 που επιβάλλει και διασφαλίζει την τήρηση των αρχών της συνθήκης, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και εκείνες της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, της ίσης μεταχείρισης, της αποφυγής των διακρίσεων και της διαφάνειας. Τούτο δε ανεξάρτητα από το γεγονός ότι αυτή καθεαυτή η σύναψη της προγραμματικής σύμβασης αποσκοπεί στην οργάνωση και διαχείριση κρατικής δραστηριότητας διαμέσου των φορέων της τοπικής ή της καθ’ ύλην αυτοδιοίκησης, καθόσον για την επίτευξη του τελικού προβλεπόμενου από αυτήν αποτελέσματος, απαιτείται η υλοποίηση δράσεων και η επίτευξη ενεργειών που δεν συνιστούν ενάσκηση δημόσιας εξουσίας κατά τα ανωτέρω.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

2016/C 262/2001

Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 107 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης  


ΔΕΚ/T-14/1996

Κρατικές ενισχύσεις - Προσφυγή ακυρώσεως - Απόφαση περατώσεως διαδικασίας εξετάσεως που κινήθηκε βάσει του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ - Έννοια της κρατικής ενισχύσεως κατά το άρθρο 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ.(....)Λαμβανομένων υπόψη όλων των ανωτέρω, το Πρωτοδικείο συνάγει ότι η εκτίμηση της Επιτροπής, κατά την οποία η συμφωνία του 1995 δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση, στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης. Συνεπώς, η απόφαση περατώσεως της διαδικασίας εξετάσεως που κινήθηκε σχετικά με τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στη Ferries Golfo de Vizcaya φέρει το στίγμα παραβάσεως της διατάξεως αυτής και πρέπει να ακυρωθεί.  


ΕλΣυν.Τμ.6/557/2014

Παροχή υπηρεσιών λειτουργίας παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις το Τμήμα κρίνει ότι η επίμαχη σύμβαση δεν συνιστά γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 38520/2010. Τούτο δε, διότι: α) αυτή συνάπτεται μεταξύ δύο μερών, τα οποία δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία για την επίτευξη ενός δημόσιου σκοπού που εκ του νόμου τους έχει ανατεθεί, αλλά επιδιώκουν ο μεν Δήμος την επίτευξη της εύρυθμης λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών προς εκπλήρωση της αποστολής που έχει αναλάβει δυνάμει του άρθρου 75 του ΚΔΚ, η δε αντισυμβαλλόμενη ιδιωτικού δικαίου ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ. το αντάλλαγμα για την παροχή της υπηρεσίας λειτουργίας αυτών. β) για την επίτευξη του σκοπού της επίμαχης σύμβασης προβλέπεται μονομερής περιουσιακή μετακίνηση από το Δήμο στην επιχείρηση με τη μορφή του ανταλλάγματος έναντι των παρεχόμενων μέσω της σύμβασης υπηρεσιών, γ) ο επιδιωκόμενος από τα αντισυμβαλλόμενα μέρη σκοπός επιτυγχάνεται αποκλειστικά μέσω της σύμβασης αυτής χωρίς να απαιτείται η περαιτέρω σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων, γεγονός που υποδηλώνει τη βούληση του Δήμου να συνάψει αμφοτεροβαρή εξ επαχθούς αιτίας σύμβαση για το λόγο δε αυτό, άλλωστε., όπως και ο Δήμος συνομολογεί, ζήτησε προσφορές και από άλλες δύο ΚΟΙΝ.ΕΠ..Σημειώνεται δε ότι το συμπέρασμα ότι η επίμαχη σύμβαση δεν έχει το χαρακτήρα προγραμματικής σύμβασης του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, με συνέπεια να κωλύεται η υπογραφή της δεν συνεπάγεται τον αποκλεισμό της νομοθετικά προβλεπόμενης δυνατότητας σύναψης οποιασδήποτε προγραμματικής σύμβασης μεταξύ ενός δήμου και μίας ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ., όπως αβασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, εφόσον πρόκειται για γνήσια προγραμματική σύμβαση και κατά τα λοιπά πληρούνται οι προϋποθέσεις του ανωτέρω άρθρου.Συνακόλουθα, το Τμήμα κρίνει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η επίμαχη σύμβαση συνάπτεται μεταξύ μίας αναθέτουσας αρχής, κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης και ενός ιδιώτη και έχει ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών.(...)Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα κρίνει ότι η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


ΕΣ/ΤΜΕΣ/2007/2014

Προγραμματικές-συμβάσεις. ζητείται η αναθεώρηση της 557/2014 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του ως άνω Δήμου για ανάκληση της 250/2013 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου,(...) Η ελεγχόμενη σύμβαση δεν συνιστά γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, παρά τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα Δήμο, δεδομένου ότι συνάπτεται μεταξύ δύο μερών που δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία για την επίτευξη δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν, ο μεν Δήμος την επίτευξη της εύρυθμης λειτουργίας των παιδικών και βρεφoνηπιακών σταθμών προς εκπλήρωση της αποστολής που έχει αναλάβει, δυνάμει του άρθρου 75 του Κ.Δ.Κ., η δε αντισυμβαλλόμενη ιδιωτικού δικαίου Κοιν.Σ.Επ. το αντάλλαγμα για την παροχή της υπηρεσίας λειτουργίας αυτών. Περαιτέρω, για την επίτευξη του σκοπού της σύμβασης προβλέπεται μονομερής περιουσιακή μετακίνηση από το Δήμο στην επιχείρηση με τη μορφή του ανταλλάγματος έναντι των παρεχόμενων μέσω της σύμβασης υπηρεσιών, ενώ ο επιδιωκόμενος από τα αντισυμβαλλόμενα μέρη σκοπός επιτυγχάνεται αποκλειστικά μέσω της σύμβασης αυτής, χωρίς να απαιτείται η περαιτέρω σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων. Επομένως, στη συγκεκριμένη περίπτωση η σύμβαση συνάπτεται από επαχθή αιτία μεταξύ μίας αναθέτουσας αρχής, κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης και ενός ιδιώτη και έχει ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών, έναντι αντιπαροχής ύψους 673.406.55 ευρώ, που αποτελεί και το αποκλειστικό οικονομικό αντικείμενο της συμφωνίας, χωρίς ο επαχθής χαρακτήρας αυτής να αναιρείται από την παραδοχή ότι στο συμφωνηθέν ποσό δεν περιλαμβάνεται ευθέως κάποιο ποσό ως κέρδος της αντισυμβαλλόμενης επιχείρησης, αφού η ύπαρξή του δεν αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον χαρακτηρισμό μιας σύμβασης ως επαχθούς αιτίας.


ΣΤΕ/434/2012

Επειδή, όπως εκτέθηκε στην έβδομη σκέψη, η κατ’ άρθρο 30 παρ.1 του ν. 2040/1992 εισφορά προβλέφθηκε για την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων του Οργανισμού ... για μια σειρά υπηρεσιών, τις οποίες ο Οργανισμός αυτός προσέφερε, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν.δ. 3853/1958, στους τομείς της γεωργικής παραγωγής, της μεταποίησης και της εμπορίας του βάμβακος, δηλαδή όχι μόνο προς τους παραγωγούς βάμβακος αλλά και προς τις εκκοκκιστικές επιχειρήσεις, όπως η αναιρεσείουσα. Όπως προκύπτει από την απόφαση της 20.7.1999 της Επιτροπής, ορισμένες από τις υπηρεσίες αυτές δεν ενέπιπταν στην έννοια της κατ’ άρθρο 92 της Συνθήκης κρατικής ενίσχυσης, από δε τις λοιπές η διαδικασία του άρθρου 93 παρ. 3 της Συνθήκης κινήθηκε από την Επιτροπή μόνο για τις υπηρεσίες πιστοποίησης και ελέγχου της ποιότητας του βάμβακος καθώς και για τις χρηματοδοτικές επιδοτήσεις στις μονάδες εκκόκκισης μέσω διαρθρωτικών προγραμμάτων..οι οποίες και τελικώς κρίθηκαν, αυτές καθαυτές, καθώς και ο τρόπος χρηματοδότησής τους με την ένδικη εισφορά, συμβατές με την κοινή αγορά. Εν όψει τούτων, η διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας της διάταξης του άρθρου 93 παρ. 3 της Συνθήκης δεν θα μπορούσε να αποτελέσει, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, τη νομική βάση για την επιστροφή στην αναιρεσείουσα εκκοκκιστική επιχείρηση του συνόλου της εισφοράς που είχε καταβάλει κατά το ένδικο χρονικό διάστημα για τις παρεχόμενες από τον Οργανισμό ... υπηρεσίες, παρά μόνο εκείνου του μέρους της εισφοράς που αναλογούσε στις υπηρεσίες για τις οποίες η Επιτροπή κίνησε την διαδικασία του άρθρου 93 της Συνθήκης, εφόσον το μέρος αυτό μπορούσε επαρκώς να προσδιορισθεί από την αναιρεσείουσα και να τεθεί υπό το δικαστικό έλεγχο. (...)Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος με τον οποίο προβάλλεται ότι το εφετείο όφειλε να ελέγξει τη νομιμότητα της ένδικης εισφοράς από την άποψη του άρθρου 92 της Συνθήκης, παρά την απόφαση της 20.7.1999 της Επιτροπής με την οποία η εισφορά αυτή, ως τρόπος χρηματοδότησης κρατικών ενισχύσεων, κρίθηκε νόμιμη. 


ΕΣ/Τ7/0018/2009

Διετές πρόγραμμα χρηματοδότησης κοινωφελούς επιχείρησης ... δεν μπορεί να καλύπτει λειτουργικές δαπάνες όπως αποζημιώσεις, αμοιβές μελώντου Διοικητικού Συμβουλίου της, έξοδα συντήρησης γραφείων κλπ ούτε να συνιστά τη μοναδική πηγή εσόδων της,καθώς σε αντίστοιχη περίπτωση καταστρατηγούνται τόσο οι κανόνες του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου για την κατ' αρχήν απαγόρευση χορήγησης κρατικών ενισχύσεων (βλ. άρθρο 87 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και τη σχετική νομολογία του Δ.Ε.Κ.), όσο και οι προαναφερόμενες ρυθμίσεις του άρθρου 259 του Δ.Κ.Κ., που ερμηνευόμενες τελολογικά (βλ. αιτιολογική έκθεση του ν.3463/2006), αποβλέπουν στην ίδρυση οικονομικά βιώσιμων και παραγωγικών κοινωφελών επιχειρήσεων, η λειτουργία των οποίων θα έχει αναπτυξιακή προοπτική και δεν θα στηρίζεται αποκλειστικά στην οικονομική αρωγή του Ο.Τ.Α. που τις συνέστησε.


ΔΟΛΚΕΠ/16231/2007

Διαδικασία υποβολής καταγγελίας πολίτη στα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) για την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας από τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης σε εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 117 του ν. 3528/2007.


2/49256/0004/2006

Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και της εξουσίας να υπογράφουν «Με εντολή Υφυπουργού» στο Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής, στους Προϊσταμένους Γενικών Διευθύνσεων, Διευθύνσεων και Τμημάτων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων.


ΣτΕ/326/2008

Επειδή, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ισότητος των διαγωνιζομένων και της διαφάνειας, οι οποίες διέπουν το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και κατοχυρώνονται ήδη ρητώς στο άρθρο 2 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, όταν η αναθέτουσα αρχή επιλέγει ως κριτήριο αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως το προβλεπόμενο στο άρθρο 53 της αυτής οδηγίας κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, οφείλει, προκειμένου να διασφαλισθούν συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού, να οργανώσει κατά τέτοιο τρόπο τη διαγωνιστική διαδικασία, ώστε να καταστεί απολύτως αδύνατος ο επηρεασμός της αξιολογήσεως των τεχνικών προσφορών από το ύψος των οικονομικών προσφορών (πρβλ. ΣτΕ 2283/2006, 1452/2000, 2478/1997, καθώς και Ε.Α. 1234/2007, 599/2007, 374/2007, 21/2006, 44/2005, 51/2002 κ.ά.). Κατά συνέπεια, διατάξεις Διακηρύξεως, οι οποίες δεν διασφαλίζουν πλήρως ότι η αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών διενεργείται και περατώνεται σε χρόνο κατά τον οποίον δεν έχουν ακόμη αποσφραγισθεί οι οικονομικές προσφορές ή διατάξεις Διακηρύξεως, οι οποίες επιτρέπουν έστω και τον έμμεσο ή κατά προσέγγιση προσδιορισμό του ύψους των οικονομικών προσφορών προ της αποσφραγίσεώς τους, είναι ανίσχυρες ως αντικείμενες στις ανωτέρω θεμελιώδεις αρχές. Και ναι μεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η ως άνω ερμηνεία της οδηγίας 2004/18/ΕΚ δεν είναι απηλλαγμένη από κάθε εύλογη αμφιβολία και ότι, ως εκ τούτου, τίθεται ζήτημα υποβολής σχετικού προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (βλ. σχετικώς Δ.Ε.Κ. απόφαση της 6.10.1982, 283/1981, CILFIT, Συλλογή 1982, σελ. 3415), τούτο, όμως, δεν υποχρεώνει την Επιτροπή Αναστολών στην υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δ.Ε.Κ. κατ’ εφαρμογή του άρθρου 234 παράγραφος 3 της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητος, δοθέντος ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά, πάντως, στην παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας, ενώ το τιθέμενο ζήτημα ερμηνείας της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και, επομένως, το ενδεχόμενο να παραπεμφθεί επί του ζητήματος τούτου προδικαστικό ερώτημα στο Δ.Ε.Κ., θα εξετασθεί εκ νέου στο πλαίσιο της ακυρωτικής δίκης, η οποία θα ανοιγεί εάν η αιτούσα ασκήσει συναφή αίτηση ακυρώσεως (βλ. Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 24.5.1977, 107/76, Hoffmann – La Roche, Rec. 1977, p. 957, σκέψεις 4-6 και της 27.10.1982, 35-6/82, Morson και Jhanjan, Συλλογή 1982, σελ. 3723, σκέψεις 8 – 10, καθώς και Ε.Α 400/2005, 80-3/2005, 240/2004, 81/2004, 684/2003, 73/1999 κ.ά).


ΕΣ/Τ7/100/2006

Δαπάνη τουριστικής προβολή του Δήμου δεν είναι νόμιμη , δοθέντος ότι, όπως συνάγεται από το πλέγμα των ισχυουσών διατάξεων , η χάραξη της τουριστικής πολιτικής καθώς και ο σχεδιασμός και η εφαρμογή του προγράμματος τουριστικής προβολής της Χώρας αποτελούν σε κάθε περίπτωση αντικείμενο κρατικής μέριμνας και ανατίθενται σε όργανα της Κεντρικής Διοίκησης (Υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης, Ε.Ο.Τ.),